27.12.12

Ένα βιβλίο είναι σαν μια σχέση.

ΚΩΣΤΑΣ ΑΡΚΟΥΔΕΑΣ

Δεν ξεγελιέμαι πια. Γράφω για να αφήσω χνάρια.

“Ιστορία χωρίς χωρόχρονο δεν υπάρχει. Ακόμα και τα πιο ‘αφηρημένα’ τα πιο ‘μεταμοντέρνα’ βιβλία, κρύβουν χώρο, χρόνο, τρόπο”, υποστηρίζει. Γράφει βράδυ και στο γραφείο, πίνοντας αμέτρητους καφέδες. Έχει ήδη γράψει: “Το τραγούδι των τροπικών” (1988), “Το παλιό δέρμα του φιδιού” (1992), “Τα κατά Αιγαίον πάθη” (1994), “Και πρόσεχε να μην πετρώσεις” (1996), “Ποτέ τον ίδιο δρόμο” (1999), “Όλες οι μέρες Κυριακή” (2000), “Αναζητώντας την ιδανική γυναίκα” (2002), “Ο πειρατής” (2003), “Ο Μεγαλέξανδρος και η σκιά του” (2004), “Ο αριθμός του Θεού” (2008), “Τα σιγκλάκια” (2010)... Όταν έρχεται η ιστορία είναι “σαν κουτουλιά στον τοίχο”, “αλλ' αν δεν το ψάξεις, αν δεν τραβήξεις κουπί, αν δεν παλέψεις, δεν πρόκειται να βγει τίποτα”...

Κώστα, υπάρχει διαδικασία γραφής;

Θα έλεγα ότι πρώτα λειτουργεί μια ασυνείδητη διαδικασία απορρόφησης εμπειριών, κάτι σαν όσμωση με τον κόσμο, όπου ένα πιθανόν ξεκάρφωτο γεγονός, μια τυχαία σκηνή στο δρόμο, μια κουβέντα μ’ έναν ταξιτζή, μια συζήτηση με φίλο, το βλέμμα μιας περαστικής, μια ερώτηση του εξάχρονου γιου μου συνδυάζονται με αυτή τη φαγούρα που εμφανίζεται μέσα μου και με κάνει να ξεκινάω.

Ως προς την καθεαυτή διαδικασία, επειδή δουλεύω σε γραφείο κι έχω οικογένεια, συνήθως γράφω βράδυ πίνοντας αμέτρητους καφέδες. Η ιδέα ξεκινάει στο χαρτί και μεταλλάσσεται στον υπολογιστή. Είμαι ικανός να κολλήσω νύχτες ολόκληρες σε μια σκηνή, αν και από πείρα ξέρω ότι είναι καλύτερα να γράφω την ιστορία και μετά να επιστρέφω στα επί μέρους κομμάτια της.

Συγγραφικές εμμονές;

Ο Έρωτας, η Γυναίκα, ο Θάνατος. Αυτή η καταλυτική αίσθηση ότι ως άντρας, μπορώ να παράξω έρωτα, να δώσω και να πάρω, αλλά δεν μπορώ να φέρω ζωή, με πείθει ότι βρίσκομαι συνεχώς απέναντι στον θάνατο που με περιγελάει. Δεν ξεγελιέμαι πια. Γράφω για να αφήσω χνάρια. Τα έργα μου είναι πιο δικά μου απ’ τον γιο μου. Και εδώ είναι που υπεισέρχεται η Γυναίκα στα βιβλία μου. Έχοντας μεγαλώσει σ’ ένα κατ’ εξοχήν θηλυκό περιβάλλον, όπου μου έκαναν πολλά χατίρια, κατάλαβα εκεί γύρω στα δεκαοχτώ μου ότι για να ερωτευτώ τη Γυναίκα, έπρεπε απ’ τη μια να κρατήσω την αγάπη των γυναικών του σπιτιού μου κι αν την άλλη να πείσω μια άλλη γυναίκα ότι αξίζω να με ερωτευτεί . Και στην πορεία της ζωής μου, αυτά τα τρία θέματα έγιναν βιώματα που βγαίνουν στα βιβλία μου.

Ποιο βιβλίο σου γράφτηκε με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;

Νομίζω το «Κατά Αιγαίον Πάθη». Περιγράφω δικά μου βιώματα. Μόνο που αυτή η εποχή κι εκείνη η παρέα που για μένα ήταν η ζωή μου, για τους περισσότερους Έλληνες ήταν απλώς ένας μύθος, μια επινόηση για το βιβλίο. Η Σαντορίνη, η Οία, η σαγήνη του νησιού, η τριβή μου με πρόσωπα και καταστάσεις που δυστυχώς δεν επαναλήφθηκαν, μοιάζουν τώρα πια αλλόκοτα και σε μένα. Όμως ήταν μια εποχή που με στιγμάτισε και ίσως με άλλαξε σαν χαρακτήρα.

Πώς είναι όταν έρχεται η ιστορία;

Σαν κουτουλιά στον τοίχο, σαν ξάφνιασμα πανικού σε συνδυασμό με εξαιρετική αγαλλίαση. Απ’ τη στιγμή που ο μύθος, οι ήρωες, το σκηνικό, η εποχή με συναντούν, απ’ τη στιγμή που μπαίνω στον κόσμο της αφήγησής μου, μεταλλάσσομαι. Νομίζω ότι γίνομαι καλύτερος άνθρωπος. Οι ήρωες γίνονται φίλοι και εχθροί, οι συγκρούσεις, οι αντιφάσεις τους, οι μικρολεπτομέρειές τους, σαφώς είναι στοιχεία του εαυτού μου και των εμπειριών μου, όμως με εκπλήσσουν σαν να είμαι ταυτόχρονα ο συγγραφέας και ο αναγνώστης. Μερικές φορές η ιστορία κρύβεται, βαραίνει, με αρνιέται. Αυτές είναι οι πιο δύσκολες ώρες. Ξέρω ότι κάτι λείπει, το αισθάνομαι, αλλά δεν μπορώ να το προσδιορίσω ούτε να το καταγράψω. Αυτές οι στιγμές, οι μέρες μάλλον, είναι αβάσταχτες. Δεν είμαι άνθρωπος με υπομονή, δεν μπορώ να πάω παρακάτω και να επιστρέψω στο υπό διόρθωση τμήμα, οπότε ταλαιπωρούμαι. Όμως όταν και αν, τελικά μου βγει αυτό που έψαχνα, χωρίς υποχρεωτικά να είναι τελικά το καλύτερό μου κομμάτι, είμαι καλά.

Τελευταίο βιβλία (ή βιβλία) συνθήκες γραφής;

Συνθήκες γραφής; Νύχτα. Καφέδες. Τσιγάρα όχι πια. Βόλτες στη βεράντα για να καθαρίσει το μυαλό.

Πόσο σημαντικός είναι ο χώρος και ο τρόπος για την ιστορία;

Ιστορία χωρίς χωρόχρονο δεν υπάρχει. Ακόμα και τα πιο ‘αφηρημένα’ τα πιο ‘μεταμοντέρνα’ βιβλία, κρύβουν χώρο, χρόνο, τρόπο. Οι ήρωες έχουν προϊστορία που κι αν δεν εμφανίζεται στο εκάστοτε βιβλίο, υπάρχει στο μυαλό μου. Αλλιώς δεν ζωντανεύουν, είναι καρικατούρες. Ο τρόπος που συμπεριφέρονται έχει άμεση σχέση με την καταγωγή τους, την ιστορία των γονιών τους, των παππούδων τους, του τόπου τους. Δε γίνεται αλλιώς. Ακόμα κι αν περιγράφω έναν τόπο ή έναν χρόνο, μια εποχή που δεν έχω βιώσει, κάνω έρευνα για να πειστώ ότι πήγα εκεί, ότι έζησα με κάποιον φαντασιακό τρόπο την εποχή. Ασφαλώς στην πορεία της γραφής, οι ήρωες ζωντανεύουν όμως αν τους λείπει το πλαίσιο ένταξης, αν εμένα μου λείπουν οι αναγκαίες πληροφορίες, δεν θα βγει υλικό. Και νομίζω ότι το ίδιο ισχύει για όλους όσους ασχολούνται με οτιδήποτε. Αν δεν το ψάξεις, αν δεν τραβήξεις κουπί, αν δεν παλέψεις, δεν πρόκειται να βγει τίποτα. Ένα βιβλίο είναι σαν μια σχέση. Είναι πιο εύκολο να τα παρατήσεις, όμως η ζωή αξίζει όταν παλεύεις.

από την Ελένη Γκίκα
ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου